Προσαρμοστικά περιβάλλοντα Μάθησης

Η αναγνώριση της ενεργής, αλληλεπιδραστικής και κοινωνικής φύσης της γνώσης από τις σύγχρονες θεωρίες μάθησης καθώς και η δυνατότητα της εκπαίδευσης από απόσταση που παρέχει το Διαδίκτυο, οδηγούν τα τελευταία χρόνια στην ανάπτυξη πρωτότυπων διαδικτυακών μαθησιακών περιβαλλόντων που αξιοποιούν την τεχνολογία για να ενισχύσουν τη μαθησιακή εμπειρία. Σε αυτό το πλαίσιο, τα Προσαρμοστικά Περιβάλλοντα Μάθησης - ΠΠΜ (Adaptive Learning Environments) αποτελούν ευέλικτα εργαλεία μάθησης τα οποία στοχεύουν να καλύψουν τις ανάγκες μιας ετερογενούς μαθησιακής κοινότητας. Τα ΠΠΜ λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εκπαιδευόμενων, όπως το επίπεδο γνώσεων, το μαθησιακό στυλ, τις προτιμήσεις, τη συμπεριφορά κατά την αλληλεπίδραση με το σύστημα, και εξατομικεύουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα: συμβουλές πλοήγησης, παρουσίαση ή/και αλληλουχία εκπαιδευτικού υλικού, παρεχόμενη ανατροφοδότηση, υποστήριξη επικοινωνίας. Σημαντικό θέμα στην ανάπτυξη ενός ΠΠΜ αποτελεί και η σχεδίαση της εμπλοκής του εκπαιδευόμενου στην εκπαιδευτική διαδικασία ώστε να μπορεί, εφόσον το επιθυμεί, να ελέγξει ή/και να συμμετέχει στις αποφάσεις που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια της αλληλεπίδρασης (Bull & Kay 2005). Τα ΠΠΜ μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο χώρο της εκπαίδευσης με στόχο την προώθηση εναλλακτικών, ανοιχτών προσεγγίσεων μάθησης και διδασκαλίας, την ανανέωση παραδοσιακών εκπαιδευτικών πρακτικών (Παπανικολάου, Γρηγοριάδου, Γουλή 2005) υποστηρίζοντας την εξατομικευμένη μάθηση, τη διερεύνηση, τη συνεργατική μάθηση και την ανάπτυξη μεταγνωστικών δεξιοτήτων. Η ενσωμάτωση τέτοιων εργαλείων στην εκπαιδευτική πράξη απαιτεί καταρχήν την αναγνώριση της εκπαιδευτικής τους δυναμικής και αξίας καθώς και την κατανόηση των υποκείμενων θεωριών μάθησης και του εκπαιδευτικού τους σχεδιασμού. Σημαντικό επομένως θέμα που επηρεάζει την επιτυχία της ένταξής τους είναι οι νέες δεξιότητες που θα πρέπει να αναπτύξουν οι εκπαιδευτικοί και αφορούν ιδιαίτερα (α) στη χρήση των ΤΠΕ, (β) στην εξοικείωση με σύγχρονες θεωρίες μάθησης που εισάγουν ένα μαθητοκεντρικό μοντέλο στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς και (γ) στην εξοικείωση με τον εκπαιδευτικό σχεδιασμό συστημάτων και εργαλείων. Ιδιαίτερα όσον αφορά στη χρήση των ΠΠΜ από εκπαιδευτικούς, η ανάπτυξη εύχρηστων εργαλείων συγγραφής μπορεί να υποστηρίξει τη διαδικασία εισαγωγής εκπαιδευτικού υλικού σε αυτά αλλά και διαχείρισης λειτουργικών τους χαρακτηριστικών. Πρόκληση αποτελεί η διερεύνηση ενός πλαισίου εμπλοκής των εκπαιδευόμενων στην παραπάνω διαδικασία. Στο εργαστήριο Εκπαιδευτικής και Γλωσσικής Τεχνολογίας του τμήματος Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών του ΕΚΠΑ, έχουμε αναπτύξει διάφορα μαθησιακά περιβάλλοντα με δυνατότητες προσαρμογής τα οποία υποστηρίζουν την εξατομικευμένη παροχή εκπαιδευτικού υλικού, ενισχύουν τον αναστοχασμό των εκπαιδευόμενων, αξιοποιούν εναλλακτικά εργαλεία αξιολόγησης όπως οι εννοιολογικοί χάρτες παρέχοντας εξατομικευμένη ανατροφοδότηση, και διευκολύνουν την επικοινωνία των εκπαιδευόμενων σε συνεργατικές δραστηριότητες. Στη συνέχεια παρουσιάζονται τα συγκεκριμένα περιβάλλοντα με μια συνοπτική αναφορά στις ευρύτερες ερευνητικές περιοχές στις οποίες ανήκουν: Προσαρμοστικά Εκπαιδευτικά Συστήματα Υπερμέσων, Διαλογικά Αναστοχαστικά Εκπαιδευτικά Συστήματα, Εκπαιδευτική Αξιολόγηση και Σύγχρονη Επικοινωνία βασισμένη σε κείμενο.
(Πλήθος ανακτήσεων: 376)